Τετάρτη 23 Μαρτίου 2011

Γεώργιος Καραϊσκάκης: Ιδού ο Έλληνας


Οι αμόρφωτοι και πεινασμένοι αγωνιστές του '21, που σάν γίγαντες ξεσηκώθηκαν και συνέτριψαν τις τουρκικές στρατιές μέ μοναδικά τους όπλα την πίστη στην Ελλάδα και το αίμα τους, έκτος των άλλων, αποτελούν πρότυπα ανθρώπων. Διαποτισμένοι από τον Ελληνικό μύθο, μυθικοί και αυτοί στην έκφραση και λεβέντες στη συμπεριφορά, βάλθηκαν να συναγωνισθούν καί να ξεπεράσουν τους "Έλλένηδες" και "Ελληνάδες" στην ανδρεία και στην αρετή. Η αγάπη τους στη φυσική και ελεύθερη ζωή, η αστοχασιά του θανάτου, η αδιαφορία τους για το ταπεινό και εφήμερο, η ηθική τελειότητα καί η τιμή και αρετή τους, αποτελούν εξαίρετες πρώτες ύλες για τη σύνθεση μιας ολοκληρωμένης Ιδεαλιστικής Κοσμοθεωρίας εντελώς άσχετης με τα ισχύοντα υλιστικά λογοκρατικά συστήματα.
Εξαιρετική θέση μεταξύ των μυθικών μορφών του '21 κατέχει ο Καραϊσκάκης, εκφραστικό παράδειγμα λειτουργού τών αθάνατων και οικουμενικών ιδεών της Ελληνικότητας. Μεγαλωμένος στα βουνά, χωρίς γονείς και "προστάτες", μέ μοναδικούς δασκάλους και συγγενείς τή φύση και τους παλιότερους καπετάνιους, απέβη ο μεγαλύτερος "Ελληνας της εποχής του", ή ψυχή της επαναστατημένης Ελλάδας και ο τρόμος της Τουρκιάς, μα και των λογοκρατούμένων πολιτικών, που, σαν πράκτορες τής Δύσεως, είχαν έλθει μέ απόφαση να συμπιέσουν την επανάσταση ή να την περιορίσουν στά στενά όρια της Πελοποννήσου (1)
Οι σκέψεις και τα ενορμήματα του Καραϊσκάκη εκινούντο γύρω από την ελευθερία, το δίκαιο και την τιμή, όπως αυτός τα γνώρισε στον αδιάκοπο αγώνα που έκανε, για να επιβιώση και να διατηρήση τον εαυτό του, όπως η φύση τον έπλασε. Ο ωφελιμισμός και η εξουσιαστική πολιτική τον άφηναν αδιάφορο, ενώ οι πράξεις και η συμπεριφορά του ήταν προσανατολισμένες προς τήν αρετή.
Ο στρατηγός ποτέ δεν ανακατεύθηκε στη λογοκρατική πολιτική, αν και οι  αντίπαλοι του έκαναν επανειλημένες προσπάθειες να τον προσεταιρισθούν: "Μιά πρώτη και κύρια αρετή είχε, ποτέ δεν πάλεψε με τον εαυτό του. Η καρδιά του πάντα αγνή, καρδιά γενναία που ξεχνάει το κακό. Δεν αδίκησε, δεν ξεδικήθηκε, δε φίλησε αχρείες ποδιές των δυνατών. Αν πάλεψε λοιπόν, ο αγώνας του ήτανε με τους άλλους, τους κακούς, όχι με τον εαυτό του. Αλλά και πάλι ποτέ δεν πήγε κυνηγώντας τον οχτρό του. Αυτό τό 'κανε στον πόλεμο. Ήξερε αδέξια να φυλάγεται απ' των κακών το χέρι κι αδέξια αποκρινότανε με χτύπημα στο χτύπημα, αλλά και πάλι σταματούσε εκεί. Το χτύπημα το παραπανιστό, του αντιπάλου την καταφρόνια, το θάνατο, ποτέ δεν τα βάνε στο νου του." (2)
Με αφετηρία την ανδρεία και την τιμή ο Καραϊσκάκης διαμόρφωσε την καθαυτού δική του κοσμοθεωρία και απέβη άτρωτος απέναντι στά υλιστικά δολώματα και στις εξουσιαστικές παγίδες της Λογοκρατίας. Αν και ξεσκολισμένος από τή στρατιωτική σχολή του Αλή Πασά, του πιο δόλιου και απάνθρωπου όλων τών τυράννων της εποχής του, κατάφερε να αποφοιτήση αγνός και αμόλυντος. Διαθέτοντας ηθικοπνευματική αυτάρκεια, μπορούσε νά μεταβάλλεται πότε σε άγγελο — για τους φίλους του, και πότε σε δαίμονα τρομερό — για τους εχθρούς του. Είχε τη δύναμη να αναγνωρίζη τα σφάλματά του, να υποκλίνεται μπροστά στο δίκαιο και στην αλήθεια και να μένη πιστός στην ιδέα της Ελευθερίας, στην οποία προσέφερε όλες τίς δυνάμεις του. Προσηλωμένος αυστηρά στό χρέος του αυτό απέβη ό Καραϊσκάκης "μέγας ανήρ", ο "σωτήρ της εποχής του", κατά που παρατηρεί ο Κάρλαιλ,(3) και "τό τελευταίο όργανο της Θείας Προνοίας προς απελευθέρωσιν της Ελλάδος", κατά τό Ν. Δραγούμη. Ο Αλή Πασάς, που ενωρίς διέγνωσε τις ικανότητες του Καραϊσκάκη, του συγχωρούσε κάθε αταξία και λιποταξία, για να επιτύχη τον προσεταιρισμό του.(4)
Αντίθετα οι λογοκράτες πολιτικοί της εποχής του, ντόπιοι και ξένοι, χρησιμοποίησαν όλα τά μέσα πού τους παρείχε η εξουσία, τη "δικαστική δολοφονία", τη δυσφήμηση και τον ηθικό εξευτελισμό, τον πολιτικό παραγκωνισμό, τις συνωμοσίες, την εξαγορά συνειδήσεων των στρατιωτών του, την προβοκάτσια και τέλος, πια, την ωμή δολοφονία, προκειμένου να απαλλαγούν από το στρατηγό πού αποτελούσε εμπόδιο για την εφαρμογή των σχεδίων τους.
Στο Αιτωλικό, ο Καραϊσκάκης, όπου κλήθηκε από τον "εκλαμπρότατο πρίγκηπα" (Αλ. Μαυροκορδάτο) στη γνωστή δίκη, δεν πήγε με τα άρματα να διάλυση το άθλιο δικαστήριο, όπως θα εύχονταν οι εχθροί του, αλλά πήγε μόνος του και μ' ένα χωρατό κατάφερε νά έξευτελίση τους μασκοφορεμένους και φρακοφορεμένους καννίβαλους πού ασταμάτητα επιζητούσαν το θάνατο του.(5)
"Ό εκλαμπρότατος, το ζυμάρι τών τούρκων, (...) κατάτρεχε τον Καραϊσκάκη να τον καταδικάση εις θάνατον. Χαζίρι τ' άργαλεία της δικαιοσύνης του και της αρετής του να τον πάνε εις τον Άδη, αφού γλύτωσε από τόσες πληγές και δυστυχίες όπου υπόφερε δι' αυτήνη την πατρίδα. Σκότωμα στον Καραϊσκάκη, ότι δεν είναι κόλακας του Μαυροκορδάτου, δεν είναι ποταπός καθώς εκείνοι οπού τον κολακεύουν (...). Εσύ εκλαμπρότατε, από τον καιρόν όπου κόπιασες όλο νέα πράγματα μας ήφερες. νέον φρούτον σ' εμάς τους Έλληνες, παραλυσίαν και αφανισμόν. Αν πετύχαινες νά σκοτώσης τόν Καραϊσκάκη, πού θα τον βρίσκαμε όταν η Ρούμελη γιόμωσε τουρκιά και προσκύνησαν όλοι από την καλήν σας κυβέρνησιν κι αρετή, οπού δείξετε εις την πατρίδα όλοι εσείς οι πολιτικοί; Αυτός ο τούρκος ο Καραϊσκάκης, σύναξε όλους τους οπλαρχηγούς και πήγε μαζί μ' αυτούς με τα ίδια τους έξοδα και θυσίες κι έχοντας όλην την αγάπη σ' αυτόν, πήγαν και ξαναλευτέρωσαν τήν Πατρίδα και εις την Αράχοβα και Δίστομον στήσαν πύργους μέ κεφάλια των Τούρκων". (6)
Απαλλαγμένος ο Καραϊσκάκης από υλιστικές σκοπιμότητες έθεσε σαν ανώτατο στόχο του τήν ελευθερία και το μεγαλείο της Πατρίδας. Σε αντίθεση με άλλους οπλαρχηγούς που ξεκίνησαν πάμφτωχοι και στο τέλος της επαναστάσεως βρέθηκαν πάμπλουτοι, ο Καραϊσκάκης ξεκίνησε τον αγώνα με πολλά λεφτά και απέθανε φτωχός.
"Διότι θαυμαστή ήτο ή του ανδρός αφιλοκέρδεια. Όχι οτι δεν ηγάπα τα χρήματα. Ερωτηθείς πότε τι απήλαυσεν εις τον κόσμον τούτον, άπήντησεν δια του εξής τριστίχου:
Νέος υπανδρεύθηκα. ωραίαν γυναίκα πήρα.
Ζεύκια πολλά ετράβηξα, δόξαν μεγάλην ηύρα.
Και γρόσια εκαζάντησα, όσα μου ήτον χρεία.
Και τωόντι εν αρχή της εκστρατείας, είχεν έτι περιουσίαν αξιόλογον, άλλά, λέγει ό Άγγλος ιστορικός Γόρδων, όστις υπηρέτησεν υπ' αυτόν και τον εγνώρισεν εκ του σύνεγγυς, αποθανών δεν κατέλιπεν ειμή πολλά ολίγα χρήματα, διότι καθ' όλην την έκστρατείαν δεν έπαυσεν αφειδώς παρέχων εις αυτήν εξ ιδίων." (7)
Πράγματι ό Καραϊσκάκης "τότε είχε ψωμί" όταν είχαν και οι αγαπητοί Έλληνες. Η κλίνη του ήτον κλίνη απλού στρατιώτου, πρωταγωνιστής, επαρουσιάζετο και την τιμήν του αγώνος όλην την άπέδιδεν εις άλλους." (8)
Γεννημένος στρατιώτης ανοιχτόκαρδος καί πλούσιος στη ψυχή, αντιοικονομιστής και αντιωφελιμιστής όπως ήταν, κέρδιζε την εκτίμηση και το σεβασμό των στρατιωτών και για το ότι ήξερε να συμπεριφέρεται αναλόγως στον καθένα και άνάλογα με την κάθε στιγμή, με γνώμονα του το δίκαιο και ποτέ τις προσωπικές του διαθέσεις. Στα παλληκάρια του που διακρίνονταν στις μάχες, στους Έλληνες του, απέδιδε χίλιες δυο τιμητικές διακρίσεις και τους φιλοδωρούσε με μπιστόλες καί φλουριά. Με  καμάρι τους παρουσίαζε στους άλλους αξιωματικούς, προβάλλοντας τους σαν παράδειγμα προς μίμηση. Αντίθετα, τους αχρείους και δειλούς τους γελοίοποιούσε και τους καταξευτέλιζε, αποκαλώντας τους "σαπιοκοιλιές", "ψοφίμια" και άλλα παρατσούκλια, τα οποία ο κόσμος χρησιμοποιεί μέχρι σήμερα.
Το στράτευμα του Καραϊσκάκη, που κατά καιρούς ξεπέρασε τις δέκα πέντε χιλιάδες, ήταν αποκλειστικά δημιούργημα του, καρπός της προσωπικής άξιας του, της καρτερικότητας και στρατηγικότητάς του, της μεγαλοκορδίας του, με μια λέξη της ανθρωπιάς του. Η διάλυση του, αμέσως μετά το θάνατο του στρατηγού και η αυτοκαταστροφή του, αν μη τι άλλο, βεβαιώνουν την αλήθεια αυτή.

"Όλοι Αξιωματικοί τε και Στρατηγοί δεν εφοβούντο, δεν ευλαβούντο μήτε έθνος, μήτε Διοίκησιν, μόνον τον Καραϊσκάκην εφοβούντο και έτρεμον. Εν ταυτώ όμως και τον εσέβοντο και τον ηγάπων. Η Ελλάς άλλον αξιώτερον Αρχηγόν και φρονιμώτερον δεν εγνώρισεν παρά τούτον και εις τα πολεμικά και εις το να διοική στρατεύματα Ελληνικά τής Επαναστάσεως". (9)
Ανάλογος ήταν και ο σεβασμός των Τούρκων για τον Καραϊσκάκη που τον θεωρούσαν ανώτερο όλων στην ανδρεία, στην στρατηγική και στην τιμιότητα.

"Πολλά έχει διαβάσει ο καθένας σας γιά κατορθώματα που κάνουν στρατηγοί, ποτές όμως, εγώ τουλάχιστο, δεν έχω ακουστά κάτι τέτοιο: ο αρχιστράτηγος με έναν πολεμιστή να τριγυρνάει ολοφάνερα μέσα στό στρατόπεδο του οχτρού"! (10)
Ο Κιουταχής, που πάντα μιλούσε με θαυμασμό για τον Καραϊσκάκη, πίστευε ότι, αν αφηνόταν ελεύθερος και δεν εδολοφονείτο, πολύ σύντομα θα  ανέβαινε στη Μακεδονία. Επέπληξε, κατά που λέγεται, αξιωματικό του κόλακα, που προσπάθησε να τον επαινέσει, μειώνοντας τόν Καραϊσκάκη, με τούτα τά λόγια: "Σώπα καταραμένε! μη μικραίνεις τη δόξα μου" (11)
Ο θάνατος του Καραϊσκάκη, γράφει ο Howe, σκόρπισε στο Ελληνικό στράτευμα την αποθάρρυνση και την απελπισία. Κι αν χρειάζεται άλλος φόρος τιμής στη μνήμη του, τον απένειμαν οι Τούρκοι μέ τίς χαρμόσυνες μπαταριές τους και τις κραυγές τους, που "φανέρωναν την ευτυχία τους για το θάνατο εκείνου, που τότε φοβόνταν πιότερο απ' όλους τους τιτλούχους φιλέλληνες που αντιμετώπισαν". (12)
Θαυμαστή ήταν όμως και η καρτερικότητα του στρατηγού και η υποταγή του στον απώτερο σκοπό, που αποτελούσε γι' αυτόν η απελευθέρωση της πατρίδας του και τίποτα περισσότερο. Ενώ οι Τρικούπηδες, οι Μαυροκορδάτοι και πολλοί απο τους οπλαρχηγούς επιζητούσαν διά της Επαναστασεως να "μπαλωθούν", ο στρατηγός ευθυγράμμισε τη οκέψη και τη συμπεριφορά του προς τον σκοπό της ιδέας της Ελευθερίας. Τα αξιώματα καί οι διακρίσεις χωρίς να τον αφήνουν αδιάφορο μια καί σχετίζονται μέ τή Δικαιοσύνη, τήν αξιοκρατία, δεν έγιναν αφορμή να αποπροσανατολισθή από το σκοπό του.(13)
Στρατόπεδο Καραϊσκάκη
Οι διασπαστικές προσπάθειες τών πολιτικών, οι φαυλότητες και οι φατρίες τον άφησαν εντελώς αδιάφορο. Στο Ανάπλι εξέφρασε μέ τον καλύτερο τρόπο την ανωτερότητα του ήθους του, την καρτερικότητα και αγνότητα του, και τέλος την αμετακίνητη θέση του να μείνει πιστός στην ιδέα της Επαναστάσεως. Τους οπλαρχηγούς που κατρακυλούσαν στην αθλιότητα, απομακρυσμένοι από τους σκοπούς του '21, και ήταν έτοιμοι να αλληλοσπαραχθούν για τα μηνύμοτα και τα ψευτοδιπλώματα — δολώματα των πολιτικών και της Δύσεως, τους επανέφερε στην τάξη μέ δυό μόνο λόγια του και τα παράδειγμά του:
"Εγώ δεν ντροπιάζομαι μαζί σας, ούτε και μολεύω τα παλληκάρια μου με τις βρωμοδουλειές σας. Πόλεμο  με τέτοιες σιχασιές δεν κάνω". (14)
Ο εμφύλιος αποφεύχθηκε χάρη στον Καραϊσκάκη, που παγίδευσε και τους διπλωμάτες — πολιτικούς αναγκάζοντας τους, θέλοντας και μη, να του αναθέσουν το ξαναζωντάνεμα του αγώνα στη Στερεά Ελλάδα, και ακυρώνοντας τα καταχθόνια σχέδια τους να περιορίσουν την Επανάσταση στό Μοριά. Το επιχείρημα τους ότι είναι άδειο το δημόσιο ταμείο κατερρίφθη μετά την δήλωση του στρατηγού, ότι μπορεί να κινηθή και χωρίς "παράδες και ζαϊρέδες".
"Δέν δυνάμεθα να μη θαυμάσωμεν την εξαίσιαν δύναμιν της Ελευθερίας και τον αφειδή τρόπον δι' ου αυτή ανταμείβει τους πιστούς αυτής λειτουργούς. Ουδείς των εξόχων της επαναστάσεως ανδρών, από τοσούτου ταπεινού ορμήσας σημείου, εις τοσούτον ύψος αφίκετο περιωπής". (15)
Η στρατηγικότητα και το μεγαλεπήβολο πνεύμα του Καραϊσκάκη, σέ συνδυασμό με την αμετακίνητη απόφαση του νά παραμείνη πιστός στην ιδέα της Ελευθερίας, καί η άμεμπτη συμπεριφορά του, που δέν άφηνε περιθώρια παρερμηνείας, έφεραν σε εξαιρετικά δύσκολη θέση τους διωρισμένους πράκτορες της Λογοκρατίας, που αδυνατούσαν να πραγμοτοποιήσουν τα σχέδια, γιά τα οποία είχαν έλθει στήν Ελλάδα. Οι Άγγλοι αναγκάστηκαν να αποβάλουν τις μάσκες του "φιλελληνισμού" και να συνεργάζωνται ανοιχτά με τον Ιμπραήμ, προκειμένου νό καταπνίξουν τήν Επανάσταση. Ο πρόξενος τους στην Πάτρα Green, ήταν ο τροφοδότης των πολιορκητών του Μεσολογγίου. Ο Κόχραν, αρχιναύαρχος, ανέλαβε τη Διοίκηση του στρατού ξηράς, ένώ ο Τσώρτς, αρχιστράτηγος, έκανε κρουαζιέρες στό Σαρωνικό. Ο Φαβιέρος ανέλαβε τόν τελευταίο ρόλο του προβοκάτορα, δίνοντας παραπλανητικές πληροφορίες στον Καραϊσκάκη, όσον άφορα την κατάσταση των κλεισμένων στην Ακρόπολη.
Ο στρατηγός όμως τους ανεχόταν, παρά την αγανάκτηση του στρατεύματός του, αλλά τους ανάγκαζε κάθε φορά να εξευτελίζονται ακόμη περισσότερο, αποκολύπτοντας το βρώμικο παιχνίδι τους. (16) Δεν το έπραξε όμως γιατί είχε αποφασίσει να γίνη άγγελος! Κάνοντας τη δήλωση αυτή στο Ζαίμη, δεν εξέφραζε μετάνοια ο Καραϊσκάκης, για εγκλήματα που δεν είχε πράξει, ούτε και έδινε καμιά υπόσχεση να φανεί καλός "Ελληνας, που πάντα ήταν. Ο στρατηγός απλούστατα, πραγμα που δεν εννόησαν οι βιογράφοι του, εξέφραζε την απόφαση του να μεταφέρη το ελεύθερο, δίκαιο και τίμιο πνεύμα της Κλεφτουριάς στον "επίσημο" χώρο της επαναστάσεως, απόφαση στην οποία έμεινε πιστός μέχρι θανάτου.
Oι ξενόφερτοι αντιλήφθηκαν πολύ καλά, ότι είνοι αδύνατη η εφαρμογή των σχεδίων τους, όσο θα ζούσε ο Καραϊσκάκης, και αφού εξάντλησαν όλα τα μέσα, έφθασαν στη δολοφονία. Η εξουσιαστική Λογοκρατία κατελήφθη από τρόμο και σύγχυση στο αντίκρυσμα ενός Έλληνα και μόνο, ενός στρατιώτη της Ελευθερίας. Το απελεύθερο πνεύμα του, η ηθικο-πνευματική αυτάρκεια του, η αυστηρή προσήλωση του στο έργο και το δίκαιο, η φιλαλήθειά του και οι αξιωκρατικές του αρχές, ώδηγούσαν σίγουρα καί ασφαλώς στή Νίκη. Oι χιλιάδες των στρατιωτών που αυθόρμητα τον ακολουθούσαν και ολοένα αυγάταιναν, η αγάπη του άμαχου κόσμου της Ελλάδας που τον Θεωρούσαν πατέρα τους, οι μανάδες που συμβούλευαν τα παιδιά touc να μοιάσουν του "νόθου γιου της καλογρηάς", αποτελούν τον ασφαλέστερο δείκτη του μεγαλείου και της ακτινοβολίας που ασκούσε ο μέγας πολέμαρχος του Ελληνισμού. Η Ελληνίδα Λευτεριά, που έφιππη στο αλογό του έπισκεπτόταν τήν Αθήνα, αν δεν εδολοφονείτο ο στρατηγός, θα κατακτούσε τον κόσμο.
Η Λογοκρατία βιάστηκε να τον δολοφονήση, γιατί στο πρόσωπο του αναγνώρισε τον ήρωα, τον ασυμβίβαστο υπηρέτη και λειτουργό της Οικουμενικής Ελευθερίας. Σαν Έλληνας ό στρατηγός δεν έκανε κανένα συμβιβασμό, αλλά και δέν συγχωρούσε καμμιά υποχώρηση και υποταγή του ατόμου. Αν και ουδέποτε ανέγνωσε τίποτα σχετικό με την Ελληνικότητα, στιγμάτισε με το χειρότερο τρόπο το ραγιαδισμό και το Ρωμμαίϊκο και έδωσε τον καλύτερο ορισμό της Ελευθερίας και του Έλληνα, που δεν καταδέχεται να ζη δούλος και αιχμάλωτος, αλλά προτιμά "μιας  ώρας ελεύθερη Ζωή παρά τά σαράντα χρόνια της σκλαβιάς": (18)
"Κερατάδες! Αυτουνούς οπού αιχμαλωτίσατε ήτον εδικοί σας, ήτον Τούρκοι, ήτον Εβραίοι, διότι αυτό θά ειπή ραγιάς. Ιδού οι "Ελληνες! Αυτοί σας χέζουν και τώρα και πάντα" (19), απάντησε στους αντιπροσώπους του Κιουταχή, όταν του παρουσίασαν "επαγγελματίες" προσκυνημένους, για τη δημιουργία τετελεσμένων γεγονότων.
Τα παλληκάρια, oι Έλληνες, δεν προσκυνούν και σαν γνώμονα έχουν το "ζην ελεύθερα ή αποθνήσκειν", που αποτελεί μετάπλαση του σπαρτιατικού "ή τάν ή επί τάς". Ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης αρνούμενος να προσκύνηση, αρνείται ταυτόχρονα και το δικαίωμα στον Τούρκο Αγά να τον αιχμαλώτιση:
"Ενδέχεται να πολεμήσωμεν μαζί, αλλά ζωντανόν δεν θε με πιάσης, αν δεν σε νικήσω". (20) Ο Καραϊσκάκης συνεπής στην πίστη αυτή πεθαίνει σαν "σφαχτάρι", κατά που εύχονταν τά παλληκάρια, (21) κι όχι σαν ψοφίμι, όπως έμπαιχτικά έλεγε. Πέθανε άγχιβατώντας με τη μοναδική θεά στην οποία πίστευσε, την Ελευθερία.
Ανάμεσα στο θορυβημένο και συγχυσμένο πλήθος, μόνο αυτός ήταν ήρεμος και ατάραχα υπαγόρευσε την απλή και λιτή διαθήκη του, γιατί ήταν ο μόνος δίκαιος, καθαρός και πιστός έναντι του χρέους.
Οι Έλληνες διαισθάνθηκαν τη δυστυχία που τους ανέμενε και στο άκουσμα του θανάτου του στρατηγού περιέπεσαν σέ πλήρη απόγνωση. Η δωρισμένη ελευθερία των "προστατών" κατάλαβαν ότι θά 'ταν πολύ χειρότερη από τη δουλεία τοϋ Σουλτάνου.
Τη μαύρη σκέψη τους αυτή επιβεβαίωναν oι υβριστικές και βεβιασμένες ενέργειες των οργάνων της Λογοκρατίας, ξένων και ντόπιων, τη στιγμή που το στράτευμα άφωνο παρακολουθούσε το ψυχορράγημα του στρατηγού. Ο Τσώρτς "διέταττε" τους Έλληνες να παραδώσουν τήν Ακρόπολη στους Τούρκους, ο Κόχραν καλούσε τους οπλαρχηγούς με φοβέρες και δολώματα να εκτελέσουν το, απαγορευμένο απ' τον Καραΐσκάκη, σχέδιο αυτοκτονίας και αυτοκαταστροφής τους (μάχη Ανάλατου), ενώ ό Φαβιέρος διακανόνιζε τους όρους παραδόσεως των Ελλήνων στους Τούρκους και τον τρόπο εξοντώσεώς τους. (22)
Ο Κόχραν βιαζόταν για να μεταβή στην Αγγλία να πεθάνη, κατά που είχε δηλώσει στο στρατηγό, μια και δεν ήρθε για να χαθή στην Ελλάδα, παρά μόνο για να την καταστρέψη, μια και "πάσα γή τάφος" δεν είνι για τους μή επιφανείς.
Η Εθνοσυνέλευση ωσαύτως της Τροιζήνας τις ίδιες στιγμές έβγαζε την παρακάτω προκήρυξη:
"Ελλάς! πένθησoν τόν πολύτιμόν σου Καραϊσκάκην! Ελληνίδες! μαυροφόρεσατε δια τον υπερασπιστήν της τιμής σας! Φιλέλληνες! Έλληνες! στρατιώται! εμβριθήσατε δια τον ανδρείον συστρατιώτη σας. Και καταβρέχοντες την ιεράν γην των κλεινών Αθηνών με τα καρδιοσταλλακτα δάκρυα σας, εκδικηθήτε το αίμα του, τιμωρήσατε τους ασεβέστατους φονείς του και σώσατε τάς Αθήνας".
Ο Καραϊσκάκης όμως δεν ήταν "υπερασπιστής της τιμής των Ελληνίδων» και της λευτεριάς της Αθήνας, αλλά υπερασπιστής της Τιμής και της Ελευθερίας, σαν Ιδεών και αξιών. (23)
***
Το 2ο έτος του πολέμου απεκατέστη Αρχηγός πληρεξούσιος της επαρχίας Αγράφων, εκεί σημαντικήν μάχην έκαμεν είς του Σοβαλάκου κατά των απερχομένων δυνάμεων του Ούμέρ πασιά Βριώνη. Σημαντικωτάτην όμως καί πολυθρύλλητος εστάθη η απόκρισις όπου έδωκεν εις τον Ρουσιτ πασιάν, αρχιστράτηγον της Πόρτας: τον μέγαν εκείνον και φοβερόν, σερασκέρην, όστις βιάζων τον Καραϊσκάκην συνεχώς με τάς διαταγάς του (μπουϊρουτιά), διά να τον προσκύνηση, έλαβε παρ αυτού τήν παρούσαν απόκρισην,  αισχράν μέν και απρεπή, εις τό νά γραφθή και να εκφωνηθεί, ήρωϊκωτάτην δε και αναγκαιοτάτην.
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ ΤΟΥ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΡΟΥΣΙΤ ΠΑΣΙΑ.
Μου γράφεις ενα μπουϊρουτί, λέγεις νά προσκυνήσω.
κ΄εγώ πασιά μου ρώτησα τον π..... μου τον ίδιον,
κ΄αυτός μου απεκρίθηκε να μη σε προσκυνήσω!
κ΄αν έλθης κατ΄επάνω μου, εύθυς νά πολεμήσω !

Εν Αιγινήϊ, Γεωργίου Γαζή, 1828


* Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης γεννήθηκε στο Μαυρομμάτι Καρδίτσας και ήταν γιος της καλόγριας Ζωής Διμισκή. Αρχικά υπηρέτησε στην αυλή του Αλή Πασά, στη συνέχεια έδρασε ως οπλαρχηγός στην περιοχή των Αγράφων και το 1826 διορίστηκε αρχιστράτηγος της Στερεάς Ελλάδας. Χάρη στη στρατηγική του ιδιοφυΐα πέτυχε σημαντικές νίκες κατά των Τούρκων (Δόμβραινα, Δίστομο, Αράχωβα) και κράτησε τον τουρκικό στρατό καθηλωμένο στην Αθήνα για μεγάλο διάστημα. Τραυματίστηκε σε αψιμαχία με τους Τούρκους στο Νέο Φάληρο και πέθανε στις 23 Απριλίου 1827, ανήμερα της γιορτής του.

Το παραπάνω άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό
ΔαυλόςΠηγή: Macedonia Hellenic Land.Eu

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου